Η αναζήτηση χώρων ταφής ( βλέπε Γραμματικό ) οφείλεται στην ανεπάρκεια της πολιτείας να μειώσει τον όγκο των απορριμμάτων. Μια ανεπάρκεια που εδράζεται στην διαφθορά της δημόσιας διοίκησης , στην βουλιμία των κρατικοδίαιτων εργολάβων , στην αδιαφορία διαχρονικά των υπευθύνων να σχεδιάσουν και να συμπεριφερθούν όπως οι ευρωπαίοι συνάδελφοι τους.
Κλίκ για μεγένθυση της εικόνας
«...η αποσπασματική εφαρμογή της ανακύκλωσης με μόνη λογική το κέρδος ορισμένων εμπλεκόμενων, δεν μπορεί να οδηγήσει σε ουσιαστικές λύσεις.»
«...στη Δανία η εφαρμογή κοστολόγησης ανάλογα με τα σκουπίδια που παράγει κάθε νοικοκυριό οδήγησε σε μείωση των παραγόμενων απορριμμάτων κατά 34%!»
«...η επιλογή μεθόδων διαχείρισης που έχουν ως στόχο την προστασία του περιβάλλοντος, σε πρώτη φάση τουλάχιστον κοστίζουν. Η επιλογή της ταφής φαινομενικά είναι η πλέον συμφέρουσα.»
Του Ηλία Μπενέκου
Την ίδια ώρα που σε όλη την αναπτυγμένη Ευρώπη η διαχείριση των απορριμμάτων αποτελεί μία από τις επικερδέστερες επιχειρήσεις, στην Ελλάδα όχι μόνο πνιγόμαστε κάτω από τόνους απορριμμάτων που παράγουμε καθημερινά, αλλά επιπλέον συνεχίζουμε να πληρώνουμε το... σκουπίδι πολύ ακριβά. Αρκεί απλά να αναφέρουμε ότι η αποκομιδή κοστίζει κάθε χρόνο περίπου ένα δισ. ευρώ σε όλη τη χώρα, 450 εκατομμύρια ευρώ στην Αττική και πάνω από 200 εκατομμύρια στον Δήμο της Αθήνας. Τα χρήματα αυτά ασφαλώς, όσο και αν δεν το σκεφτόμαστε, τα πληρώνουμε εμείς οι ίδιοι μέσω των δημοτικών τελών. Αποκαλυπτικό του διαρκώς αυξανόμενου κόστους που επωμιζόμαστε είναι το γεγονός ότι τα συνολικά έσοδα της Αυτοδιοίκησης από τα τέλη καθαριότητας πριν από 30 χρόνια, ήταν λιγότερα από τα αντίστοιχα τέλη που συλλέγει σήμερα ετησίως ένας μεσαίου μεγέθους δήμος του λεκανοπεδίου!
Ανταποδοτικά τέλη
Και όμως, ενώ κάθε χρόνο πληρώνουμε όλο και πιο ακριβά ανταποδοτικά τέλη καθαριότητας, ωστόσο μόλις το 11% των χρημάτων αυτών κατευθύνονται προς επενδύσεις, ενώ το 66% αφορά το κόστος μισθοδοσίας των υπαλλήλων. Στην Ευρώπη, παρ όλα αυτά, η επιβολή τελών δεν έρχεται να καλύψει ανελαστικές δαπάνες, αλλά να ενισχύσει πολιτικές μείωσης του όγκου των παραγόμενων σκουπιδιών και εφαρμογή εναλλακτικών τρόπων διαχείρισης. Ο τρόπος κατανομής του κόστους δε, στηρίζεται στη βασική αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει» και όχι όπως στην Ελλάδα όπου ο υπολογισμός γίνεται με βάση το εμβαδόν του σπιτιού και ανεξάρτητα από τις ποσότητες που παράγει κάθε νοικοκυριό.
Ηδη σε χώρες όπως η Γερμανία ή η Γαλλία, επιβάλλεται ειδικό τέλος για κάθε κιλό μη ανακυκλώσιμων υλικών τα οποία οι πολίτες ρίχνουν σε κάδους ανακύκλωσης, ενώ στη Δανία η εφαρμογή κοστολόγησης ανάλογα με τα σκουπίδια που παράγει κάθε νοικοκυριό οδήγησε σε μείωση των παραγόμενων απορριμμάτων κατά 34%!
Αντιθέτως στη χώρα μας οι εκτιμήσεις για τον όγκο των απορριμμάτων που παράγουμε κάθε άλλο παρά ευοίωνες είναι. Σε αντίθεση με τις επικρατούσες τάσεις μείωσης στις άλλες χώρες, στην Ελλάδα σημειώνεται μία αυξητική τάση της τάξης του 2,5% - 3% ετησίως. Αποτέλεσμα εκτιμάται ότι θα είναι τελικώς η αύξηση της ετήσιας παραγόμενης ποσότητας κατά περισσότερο από 45% μέχρι το 2027, σε σχέση με σήμερα. Στην επιδείνωση της κατάστασης ασφαλώς, αναμένεται να συμβάλουν και τα εξαιρετικά χαμηλά ποσοστά ανακύκλωσης (περίπου 8%) που φέρνουν τη χώρα μας σε μία από τις τελευταίες θέσεις της Ε.Ε. Είναι κοινώς γνωστό βέβαια, ότι η επιλογή μεθόδων διαχείρισης που έχουν ως στόχο την προστασία του περιβάλλοντος, σε πρώτη φάση τουλάχιστον κοστίζουν. Η επιλογή της ταφής φαινομενικά είναι η πλέον συμφέρουσα. Αν όμως επιχειρήσουμε μία καταγραφή του κόστους που προκύπτει από τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις, που υπολογίζονται σε 17 ευρώ κατά τόνο, καθώς και των υπέρογκων προστίμων με τα οποία θα βρεθεί αντιμέτωπη μετά το 2010 η χώρα μας -λόγω της κοινοτικής απαγόρευσης για ΧΥΤΑ σε μεγάλες αστικές περιοχές και πολεοδομικά συγκροτήματα- τότε εύκολα γίνεται αντιληπτό ότι... τα φαινόμενα απατούν.
Ελλειψη σύγχρονων μονάδων
Επιπλέον η αποσπασματική εφαρμογή της ανακύκλωσης με μόνη λογική το κέρδος ορισμένων εμπλεκόμενων, δεν μπορεί να οδηγήσει σε ουσιαστικές λύσεις. Σημειώστε ότι στο λεκανοπέδιο δεν υπάρχει μία σύγχρονη μονάδα μηχανικής διαλογής, πριν από την ανακύκλωση. Οι μονάδες που λειτουργούν στον Ασπρόπυργο και στα Λιόσια δεν μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες που υπάρχουν, καθώς ακολουθείται η μέθοδος της χειροδιαλογής, με αποτέλεσμα να επιλέγονται μόνο τα «ακριβά» υλικά, όπως το αλουμίνιο και τα υπόλοιπα να οδηγούνται και πάλι στη χωματερή. Το αποτέλεσμα είναι οι μπλε κάδοι που στήθηκαν σε αρκετούς δήμους -κυρίως προεκλογικά- να παραμένουν στην ουσία χωρίς αποδέκτη και οι έστω και λίγοι ευαισθητοποιημένοι πολίτες να αναρωτιούνται αν τελικώς έχει νόημα η προσπάθεια διαλογής των απορριμμάτων τους.
Ουραγοί στην Ε.Ε.
Η Αυστρία ανακυκλώνει το 83%, η Ελλάδα το... 8%
Παρά τα βήματα που έχουν γίνει από το 2003 στην Ελλάδα οι αγκυλώσεις παραμένουν, αφού στη χώρα μας μετράει πολύ περισσότερο το ευκαιριακό οικονομικό και πολιτικό όφελος. Τρανταχτό παράδειγμα το αδιέξοδο με τα σκουπίδια στην Αττική. Η χώρα μας ακόμα θάβει σκουπίδια και η ανακύκλωση μοιάζει με παιδί με διανοητική υστέρηση. Την ίδια στιγμή στην δυτική Ευρώπη δημιουργούν πόλεις χωρίς σκουπίδια.
Ανακύκλωση
Στην Αυστρία ανακυκλώνουν το 83% των αποβλήτων, καίνε το 1% και θάβουν το 16% που αποτελούν ακίνδυνα υπολείμματα.
Στην Ολλανδία τα αντίστοιχα ποσοστά είναι 81%, 14% και 5%, στη Γερμανία 66%, 4% και 30%, στη Δανία, 64%, 30% και 6%। Σε ολόκληρη την Ελλάδα, σύμφωνα με την Eurostat ανακυκλώνεται μόλις το 8% των απορριμμάτων χωρίς να διασφαλίζεται η επαναχρησιμοποίησή τους, ενώ πάνω από το 80% θάβεται χωρίς καμία επεξεργασία ή πετιέται σε μια από τις 1.300 επίσημα καταγεγραμμένες ή στις χιλιάδες «κρυφές» χωματερές.
Του Ηλία Μπενέκου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου